Τρίτη 18 Μαρτίου 2014

Killing in the name of [σχετικά με τη δολοφονία του Berkin Elvan από το τουρκικό κράτος]


11 Μαρτίου 2014: Ο Berkin Elvan αφήνει την τελευταία του πνοή σε νοσοκομείο στην Κωνσταντινούπολη, μετά από 9 μήνες σε κώμα. Πρόκειται για ένα παιδί που συμμετείχε ενεργά στις διαδηλώσεις που λάμβαναν χώρα το καλοκαίρι στην Κωνσταντινούπολη, αμφισβητώντας την αντιλαϊκή πολιτική της τουρκικής κυβέρνησης και, για το λόγο αυτό, είχε στοχοποιηθεί από τις τουρκικές αρχές, πράγμα το οποίο κατέληξε στο να δεχθεί θανατηφόρο χτύπημα στο κεφάλι από δακρυγόνο,  ενώ είχε βγει να αγοράσει ψωμί! Το γεγονός αυτό φέρνει μνήμες απ’ τα παλιά και, συγκεκριμένα, απ’ την εν ψυχρώ δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου στις 6 Δεκεμβρίου του 2008, από πυροβολισμό αστυνομικού. Αυτά τα περιστατικά, παρά την εξαετή απόσταση που τα χωρίζει, έχουν κάτι πολύ κοινό μεταξύ τους. Κι αυτό δεν είναι άλλο απ’ το ότι πρόκειται για περιπτώσεις στις οποίες η νεολαία βρίσκεται στο στόχαστρο και, όπως έχει δείξει η ιστορία, κάθε άλλο παρά αποτελούν τυχαία περιστατικά.

Προσπαθώντας να  ψηλαφήσουμε το γιατί σε περιόδους κοινωνικών αναταραχών επιλέγεται η βίαιη καταστολή της νεολαίας, πρέπει σίγουρα να δούμε ποια είναι τα χαρακτηριστικά της εκείνα που την καθιστούν επικίνδυνη για τα εκάστοτε κυβερνητικά σχέδια. Πάντοτε, η νεολαία αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι των λαϊκών κινημάτων, το οποίο δικαίως πολλές φορές χαρακτηρίζεται και ως το πιο πρωτοπόρο κομμάτι αυτών, λόγω τόσο των συνειδητών (ή μη) ριζοσπαστικών χαρακτηριστικών της, όσο και της διάθεσης ρήξης με τις εκάστοτε κυβερνητικές επιλογές που θίγουν την ίδια και το μέλλον της. Οι αντιστάσεις που ορθώνει η νεολαία στις εκάστοτε μεταρρυθμίσεις είναι ακριβώς ο λόγος που τα κυβερνητικά κέντρα παίρνουν την πολιτική επιλογή να την καταστείλουν, είναι ακριβώς ο λόγος που χρειάστηκαν δύο ολόκληρα χρόνια για να καταδικαστεί ο Κορκονέας (δολοφόνος Γρηγορόπουλου), είναι ακριβώς ο λόγος που ο Berkin θεωρείται ακόμη και τώρα τρομοκράτης από την τουρκική κυβέρνηση (βλ. δηλώσεις Erdogan) και ο θάνατός του δεν καταδικάζεται δημόσια από αυτήν.

Η στοχοποίηση της νεολαίας, όμως, δεν περιορίζεται μόνο σε περιπτώσεις αντίστοιχες με τις παραπάνω. Είναι χαρακτηριστικό ότι φέτος έχει ξεκινήσει μια ολόκληρη εκστρατεία από πλευράς κράτους και Ελληνικής Αστυνομίας για την τρομοκράτηση των μαθητών που συμμετείχαν σε καταλήψεις στην αρχή της χρονιάς, με στόχο την ανατροπή του νομοσχεδίου για το Νέο Λύκειο, και τη  παραδειγματική «τιμωρία» τους. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις εισβολής της Αστυνομίας σε μαθητικές καταλήψεις (βλ. σχολεία Χολαργού), συλλήψεων μαθητών για τη συμμετοχή τους σε καταλήψεις και απειλής  τους ότι θα απαγορευθεί να δώσουν Πανελλήνιες (βλ. σχολεία Λαμίας και Ηγουμενίτσας), και κατατρομοκράτησης των μαθητών μέσω τηλεφωνημάτων από την Αστυνομία, με τα οποία ζητάνε να μάθουν τις πολιτικές πεποιθήσεις μαθητών, γονέων και καθηγητών (βλ. σχολεία Κερατσινίου). Η καταστολή της μαθητιώσας νεολαίας και υπαγωγή της σε συγκεκριμένο τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς βάζει τα θεμέλια για μια μετέπειτα λοβοτομημένη φοιτητιώσα νεολαία, που δεν θα αντιδρά στην υπονόμευση του μέλλοντός της και που δεν θα αποτελεί πλέον απειλή για κανένα κυβερνητικό κέντρο.

Ξεκινώντας από ένα Νέο Λύκειο-εξεταστικό κάτεργο, συνεχίζοντας σε ένα πανεπιστήμιο των Πρότυπων Εσωτερικών Κανονισμών, που θα βρει τους φοιτητές πλήρως εντατικοποιημένους υπό τον φόβο της διαγραφής και εναρμονισμένους στο αέναο κυνήγι προσόντων και πιστωτικών μονάδων που θα ανταποκρίνονται στο διασπασμένο πλέον πτυχίο τους, και φτάνοντας σε ένα εργασιακό καθεστώς με 60% ανεργία στους νέους, η πραγματικότητα που διαμορφώνεται για τη νεολαία κάθε άλλο παρά ευχάριστη είναι και σίγουρα αποτελεί αιτία πολέμου. Ενός πολέμου που έχει ξεκινήσει ήδη από πλευράς κυβέρνησης με τους πιο σκληρούς όρους και πρέπει να βρει κάθε κομμάτι της νεολαίας (μαθητιώσας, φοιτητιώσας ή εργαζόμενης) συμπαγώς παρατεταγμένο στις πρώτες γραμμές μάχης.

Απ’ τη μία, λοιπόν, έχουμε την πραγματικότητα όπως πάει να διαμορφωθεί: μια πραγματικότητα επισφαλούς μέλλοντος, ανεργίας, πειθάρχησης και απολύτως καμίας αντίδρασης από πλευράς μας. Από την άλλη, έχουμε τη δυνατότητα μιας πραγματικότητας που θα μας εξασφαλίζει ανθρώπινους όρους διαβίωσης και ένα μέλλον με αξιοπρέπεια. Εμείς, λοιπόν, δηλώνουμε ξεκάθαρα πως προτιμούμε τη δεύτερη πραγματικότητα, πως θα παλέψουμε γι αυτήν και πως δεν θα ησυχάσουμε μέχρι να τα καταφέρουμε.

 
Εν τέλει αν κάτι μένει στον απόηχο άλλης μιας κρατικής δολοφονίας ενός νεολαίου είναι το πείσμα όλων εκείνων που δεν δέχονται να κυριευθούν από το φόβο, δεν τρομοκρατούνται από την καταστολή, δεν σκύβουν το κεφάλι, αλλά προχωρούν με σιγουριά και αποφασιστικότητα απέναντι σε όποιον και σε ό, τι καταδικάζει μια ολόκληρη γενιά στο σκοτάδι της ανεργίας, της φτώχιας και της καταστολής.

Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

Το τίμημα του success story vol.2 - Ο ρόλος του εκπαιδευτικού μηχανισμού

Στο προηγούμενο κείμενο (vol.1) προσπαθήσαμε να σκιαγραφήσουμε την κατάσταση ευρύτερα στην ελληνική κοινωνία, στην αγορά εργασίας και στο πως διαρθρώνεται στη βάση αυτής το νέο μοντέλο εργαζομένου.

Σε αυτό το κείμενο στόχος είναι να επικεντρωθούμε στο ρόλο που έρχεται να παίξει ο εκπαιδευτικός μηχανισμός στην παραπάνω διαδικασία. Να δούμε δηλαδή πως εν τέλει μεταφράζεται το success story μέσα στο πανεπιστήμιο.

Ποιος είναι ο λόγος που κάνουμε ιδιαίτερη μνεία στον εκπαιδευτικό μηχανισμό; Ως φοιτητές ενταγμένοι στην εκπαιδευτική διαδικασία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχουμε μια άμεση επαφή με το χώρο αυτό αλλά προφανώς το ζήτημα δεν περιορίζεται εκεί. Έχει να κάνει με το γεγονός ότι αντιλαμβανόμαστε πως οι κοινωνικές και εργασιακές συνθήκες που περιγράψαμε στο προηγούμενο κείμενο βρίσκονται σε άμεση σχέση με τη φύση και το χαρακτήρα της επιχειρούμενης αλλαγής εντός του πανεπιστημίου.

Και αυτό γιατί αντιλαμβανόμενοι την εκπαίδευση (και συνεπώς και την τριτοβάθμια εκπαίδευση) ως ένα μηχανισμό οργανωμένο από το κράτος με σκοπό την αναπαραγωγή αποφοίτων οι οποίοι θα είναι εξοπλισμένοι με τεχνικές δεξιότητες και ιδεολογικά χαρακτηριστικά προκειμένου να ανταπεξέλθουν σε συγκεκριμένες απαιτήσεις στην αγορά εργασίας, αντιλαμβανόμαστε, επίσης, ότι η ριζική αναδιάρθρωση των εργασιακών συνθηκών δεν μπορεί παρά να προοιωνίζει μια ριζική αναδιάρθρωση στο εσωτερικό των σχολών.

Ζήτημα είναι να εξειδικεύσουμε τις κατευθύνσεις της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης στην καθημερινή μας ζωή. Μια σειρά από νομοθετήματα επιδιώκουν την μεταστροφή του πανεπιστημίου προς την κατεύθυνση της αναδιάρθρωσης, όπως είναι ο νόμος Διαμαντοπούλου – Αρβανιτόπουλου και το Σχέδιο Αθηνά. Στο τώρα η διαδικασία αυτή συνεχίζεται και παίρνει σάρκα και οστά μέσα στα ιδρύματα με τους νέους Οργανισμούς και Εσωτερικούς Κανονισμούς (ΕΚ) λειτουργίας των ιδρυμάτων.

Σε τι συνίσταται η «εκπαιδευτική αναδιάρθρωση»;
Πως εν τέλει μεταφράζεται το
success
story μέσα στις σχολές μας;
Πως εκκολάπτεται το νέο μοντέλο εργαζομένου;

1)      Διάσπαση πτυχίων. Υπάρχει σαφής κατεύθυνση κατάργησης του ενιαίου πτυχίου, το οποίο κατοχύρωνε ίσα και ενιαία επαγγελματικά δικαιώματα σε όλους τους αποφοίτους και αντικατάστασής του από ένα εντελώς διασπασμένο πτυχίο, έναν κατ’ ουσίαν ατομικό φάκελο συσσώρευσης προσόντων.

Στόχος είναι η πλήρης ρευστοποίηση των επαγγελματικών δικαιωμάτων προκειμένου ο απόφοιτος να ανταποκρίνεται στις ελαστικές σχέσεις εργασίας αλλά και συνολικότερα να εντάσσεται σε ένα πλαίσιο ατομικής διαπραγμάτευσης (ελλείψει συλλογικής κατοχύρωσης), το οποίο θα τον κάνει πιο φθηνό και πιο πειθήνιο απέναντι σε κάθε εργοδότη. Η διάσπαση του πτυχίου με είτε με όρους κατευθύνσεων είτε με όρους πιστωτικών μονάδων σε κάθε περίπτωση εξατομικεύει τον τίτλο σπουδών (διαφορετικές κατευθύνσεις, διαφορετικές πιστωτικές μονάδες) και επιχειρεί να εντάξει τον απόφοιτο σε ένα κύκλο ειδίκευσης – αποειδίκευσης – επανειδίκευσης ανάλογα με τις διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες στην αγορά εργασίας.

Αυτό πρακτικά υλοποιείται μέσα από τους νόμους Διαμαντοπούλου – Αρβανιτόπουλου και κυρίως τους ΕΚ με τρεις διαφορετικούς τρόπους:

Α) Εισαγωγή πιστωτικών μονάδων: κάθε μάθημα αντιστοιχεί σε πιστωτικές μονάδες με βάση τις οποίες ορίζεται το έτος.

Β) Διάσπαση του προγράμματος σπουδών – κατευθύνσεις: κάθε τμήμα μπορεί να παρέχει πάνω από ένα προγράμματα σπουδών (κατευθύνσεις) με δυνατότητα επιλογής μαθημάτων από διάφορα (πλήρης εξατομίκευση του τίτλου σπουδών)

Γ) Αλλαγή του προγράμματος σπουδών: ή μείωση των μαθημάτων, ή αντικατάσταση υποχρεωτικών μαθημάτων με άλλα (όπως πχ το Ναυτικό πάει να αντικαταστήσει το Συλλογικό Εργατικό) στην κατεύθυνση αβανταρίσματος των εκάστοτε συγκυριακών πεδίων ειδίκευσης.

 

2)      Εντατικοποίηση των ρυθμών σπουδών. Το πώς και με τι ταχύτητα σπουδάζει ένας φοιτητής δεν είναι αμελητέο ζήτημα για το κράτος και τις εκάστοτε κυβερνήσεις, οι οποίες πάγια τα τελευταία χρόνια επιχειρούν να επιταχύνουν τις σπουδές των φοιτητών, να μειώσουν κατά πολύ το μέσο όρο παραμονής τους στα πανεπιστήμια, να εκκαθαρίσουν το «λιμνάζον» δυναμικό των σχολών και να κάνουν τους φοιτητές απόλυτα απερίσπαστους και προσηλωμένους στην εκπαιδευτική διαδικασία, μακριά από οτιδήποτε άλλο «ύποπτο και φασαριόζικο».

Στόχος ακριβώς αυτής της διαδικασίας είναι η απόλυτη προσκόλληση των φοιτητών στη διδακτέα ύλη και τις παραδόσεις, η πλήρης αποστείρωση του πανεπιστημίου αλλά και της ίδιας της φιγούρας του φοιτητή από κάθε αναπαράσταση κοινωνικής και πολιτικής διεργασίας, συλλογικής αντίστασης και υλικής νίκης καθώς και η βαθύτερη εγχάραξη μιας σειράς ιδεολογικών χαρακτηριστικών, όπως αυτά του ανταγωνισμού, του ατομικισμού, του καριερισμού, του επιστημονισμού (αποθέωση του γνωστικού αντικειμένου) και –ειδικά στη νομική– του  λεγκαλισμού (της αποθέωσης του νόμου).

Η κατεύθυνση της εντατικοποίησης υλοποιείται με τους εξής τρόπους:

Α) ΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΦΟΙΤΗΤΩΝ: είναι κάτι που εδώ και χρόνια μπαίνει στην ατζέντα των εκάστοτε Υπουργών Παιδείας ήδη από το 1975. Στο τώρα η κατεύθυνση αυτή εξακολουθεί να υλοποιείται με την ενεργοποίηση του νόμου Διαμαντοπούλου – Αρβανιτόπουλου που κάνουν λόγο για διαγραφή των φοιτητών που εισήχθησαν από το 2011 και μετά στα ν+2 χρόνια (δηλ. 6 για τη Νομική), διαγραφή των υπόλοιπων στα 2ν χρόνια (δηλ. 8) και την άμεση διαγραφή από φέτος τον Ιούνη όλων όσων εισήχθησαν πριν το 2006. Αυτό απολήγει στο να διαγραφούν φέτος 180.000 φοιτητές από ΑΕΙ και ΤΕΙ.

Ως προς τις διαγραφές πιο συγκεκριμένα, στόχος δεν είναι ούτε το οργανωτικό νοικοκύρεμα των πανεπιστημίων ούτε η οικονομική ελάφρυνση του κράτους, καθώς μετά τη συμπλήρωση ν+2 ετών παύει ουσιαστικά κάθε φοιτητική παροχή (πάσο, σίτιση). Στόχος είναι, αντιθέτως, να λειτουργήσουν εκφοβιστικά ως η δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι κάθε φοιτητή, ώστε να τον οδηγήσουν σε μια κατεύθυνση πλήρους εντατικοποίησης του ρυθμού σπουδών. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι οι Πρότυποι Εσωτερικοί Κανονισμοί προβλέπουν διαγραφή φοιτητών μετά από 6 αποτυχημένες προσπάθειες επιτυχίας σε ένα μάθημα!

Σε πρακτικό επίπεδο, η πραγματική εμπέδωση των διαγραφών περνάει μέσα από την διαμόρφωση και εν τέλει την ψήφιση από το καθηγητικό σώμα των νέων Οργανισμών και ΕΚ των ιδρυμάτων, οι οποίοι εν τέλει σύμφωνα με το νόμο έχουν τον τελευταίο λόγο για τις διαγραφές φοιτητών.

Β) εισαγωγή υποχρεωτικών παρακολουθήσεων (βλ. απουσιολόγια)/ αλυσίδων μαθημάτων: ήδη κάποιοι καθηγητές (κ. Παπαδημητρίου) έχουν κάνει νύξη για απουσιολόγια κόντρα στο δικαίωμά μας να απέχουμε από τις παραδόσεις. Οι αλυσίδες μαθημάτων είναι μια αναδιαρθρωτική παρέμβαση σε επίπεδο προγράμματος σπουδών έτσι ώστε για την εξέταση σε ένα μάθημα να είναι υποχρεωτική η επιτυχία σε ένα προηγούμενο (πχ για να δώσεις Ειδικό Ποινικό να χρειάζεται να έχεις περάσει Γενικό Ποινικό). Αυτό παραβιάζει το δικαίωμα να διαμορφώνει ο φοιτητής τους δικούς του ρυθμούς και προτεραιότητες ως προς τα μαθήματα και παραγνωρίζει εντελώς τη πραγματικότητα με βάση την οποία πάρα πολλοί φοιτητές περνάνε πρώτα τα «δεύτερα στην αλυσίδα» μαθήματα.

Γ) εισαγωγή υποχρεωτικών εργασιών/ προαιρετικών εργασιών που προσθέτουν στον τελικό βαθμό/ προόδων και τεστ: η εισαγωγή των παραπάνω ουσιαστικά επεκτείνουν μια διαδικασία «εξέτασης» του φοιτητή μέσα στη χρονιά μέσα από περισσότερα «φίλτρα» διατηρώντας τον σε μόνιμη ασφυξία και προσκόλληση στο μάθημα.

 

3)      Πειθάρχηση της νεολαίας. Το καναλιζάρισμα της φοιτητιώσας νεολαίας σε ένα συγκεκριμένο προφίλ, σε συγκεκριμένες πρακτικές γύρω από την εκπαιδευτική διαδικασία (διάβασμα, παρακολούθηση, εξέταση, εκπόνηση εργασιών, συμμετοχή σε διαγωνισμούς), προϋποθέτει τόσο την εμπέδωση μιας σειράς ιδεολογημάτων και τον εθισμό στις παραπάνω πρακτικές όσο και την καταστολή οποιασδήποτε αποκλίνουσας κοινωνικής συμπεριφοράς και πολιτικής δραστηριότητας, καθώς και τη φίμωση της συλλογικής φωνής των φοιτητών, την υπονόμευση του φοιτητικού συνδικαλισμού κυρίαρχα δε των πιο ριζοσπαστικών μορφών του (ανεξάρτητα αριστερά σχήματα). Αυτό επιδιώκεται με τους εξής τρόπους:

Α) Καθηγητική αυθαιρεσία: Οι καθηγητές πέρα από το να μεταλαμπαδεύουν κάποιες τεχνικές δεξιότητες στους φοιτητές έχουν έναν πολύ έντονο ιδεολογικό ρόλο. Έτσι, μέσα από την ίδια την μορφή και τον τρόπο διδασκαλίας παρουσιάζονται ως απόλυτες αυθεντίες, αναπαράγοντας στην ουσία την σχέση καθηγητή – φοιτητή ως σχέση εξουσιαστή – εξουσιαζόμενου. Στο φόντο της τάσης μετατροπής του πανεπιστημίου σε ένα αυταρχικό κολλέγιο, η στάση των καθηγητών απέναντι στους φοιτητές σκληραίνει, είτε ως προς το κομμάτι της διδασκαλίας, είτε ως προς το κομμάτι της διοίκησης.

i) Ως προς την διδασκαλία: στόχος είναι η βαθύτερη εγχάραξη συγκεκριμένων ιδεολογικών χαρακτηριστικών στους φοιτητές, όπως η πειθαρχία, ο ακαδημαϊσμός, ο επιστημονισμός και ο ατομικισμός μέσα από την πειθάρχηση και την απόλυτη πρόσδεση στην καθηγητική φιγούρα.

Αυτό επιτυγχάνεται με όλο και πιο συχνά μαζικά κοψίματα, με την ένταση της εκδικητικής στάσης των καθηγητών (βλ. απώλεια εξαμήνου ως αντίβαρο στις κινητοποιήσεις του συλλόγου), πολιτικά κηρύγματα από την έδρα που βάλλουν κατά απεργών, καταλήψεων και αριστερών σχημάτων.

ii) Ως προς τη διοίκηση: στόχος είναι η περιθωριοποίηση των φοιτητικών συλλόγων (προνομιακός συνομιλητής η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ), και η φίμωση των φοιτητών στα πλαίσια μιας αυταρχικής πατερναλιστικής στάσης των θεσμικών οργάνων.

Αυτό γίνεται με την μη αναγνώριση των φοιτητικών συλλόγων και των αποφάσεών τους, την άρνηση της παρουσίας φοιτητών κατά τη διάρκεια διαδικασιών όπως ΓΣ Τμήματος, Σύγκλητος, Συμβούλιο Ιδρύματος (το τελευταίο φώναξε και την αστυνομία στην πρυτανεία), την εν κρυπτώ σύγκλιση των παραπάνω διαδικασιών (πχ ΓΣ Τμήματος για το εξάμηνο στη Νομική που δεν ήξερε κανείς που πότε και ΑΝ έγιναν), την δημιουργία αυταρχικότερων διοικήσεων (κοσμήτορες με υπερεξουσίες, Συμβούλια Ιδρύματος με τεχνοκράτες και μόλις έναν φοιτητή!) καθώς και την πολιτική λογοκρισία συλλογικοτήτων ( πχ άρνηση διαλόγου με τον ΦΣ λόγω της έκδοσης αφίσας που στοχοποιούσε τον πρόεδρο της σχολής).

Β) Πειθαρχικά Συμβούλια: εντείνονται οι απειλές για πειθαρχικές διώξεις φοιτητών συχνά παράλληλα με μηνύσεις από τα θεσμικά όργανα των σχολών. Ποινικοποιείται, έτσι, η συνδικαλιστική και πολιτική δράση ενώ περιθωριοποιούνται οι αποκλίνουσες από το ακαδημαϊκό προφίλ του «φοιτητή ρομπότ» συμπεριφορές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Συνήγορος του Φοιτητή (ΣτΦ) που προβλέπεται ως διαμεσολαβητής μεταξύ φοιτητών και καθηγητικού σώματος από τους Πρότυπους Εσωτερικούς Κανονισμούς. Ο ΣτΦ θα είναι καθηγητής και θα έχει αρμοδιότητα να διεξάγει έρευνα για οποιοδήποτε περιστατικό «διαταράσσει την ακαδημαϊκή ομαλότητα», να συλλέγει αποδεικτικό υλικό, να ζητά μαρτυρίες και να ενημερώνει τα αρμόδια όργανα ενεργοποιώντας έτσι είτε την πειθαρχική (καθηγητές) είτε την ποινική οδό (αστυνομία).

 

4)      Ένταση ιδιωτικοοικονομικής  λειτουργίας 

Η ευρύτερη πολιτική λιτότητας, φτώχιας και ανεργίας από πλευράς κυβέρνησης, Ε.Ε και Δ.Ν.Τ. είναι αυτή που προωθεί την απόσυρση του κράτους από τομείς όπως η υγεία, η παιδεία, το ρεύμα και το νερό (λεγόμενες κοινωνικές παροχές, κοινωνικό κράτος κλπ.). Αυτοί οι τομείς είναι τομείς καθοριστικοί τόσο για την κατάρτιση (παιδεία)  ,όσο και για την βιολογική αναπαραγωγή (υγεία, ρεύμα, νερό)  του εργατικού δυναμικού. Στο φόντο της κρίσης επιχειρείται μια βίαιη αναίρεση των συμβιβασμών και παραχωρήσεων προς τους εργαζομένους και την νεολαία με σαφή επιδίωξη οι εργαζόμενοι και η νεολαία να γίνουν διπλά φθηνότεροι για το κοινωνικό και οικονομικό κατεστημένο. Φθηνότεροι άρα τόσο λόγω της μείωσης μισθών και συντάξεων, όσο και λόγω της μείωσης των κοινωνικών παροχών.


Υπό αυτό το πρίσμα εντείνεται και η οικονομική λειτουργία εντός του πανεπιστημίου με δύο συνδεδεμένους μεταξύ τους τρόπους.

Α) Περικοπές φοιτητικών παροχών. Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής κινούνται και οι περικοπές των παροχών του κράτους προς τους φοιτητές, όπως είναι τα συγγράμματα η σίτιση  και η στέγαση. Έτσι , για παράδειγμα, όταν πριν κάποια χρόνια η χορήγηση όλων των απαραίτητων συγγραμμάτων ήταν κατοχυρωμένη, στο τώρα η συγκεκριμένη παροχή έχει περιοριστεί στην χορήγηση ενός συγγράμματος χωρίς την χορήγηση του απαραίτητου βοηθητικού υλικού (κώδικες ). Το κόστος της αγοράς όλων αυτών καλούνται να καλύψουν οι ίδιοι οι φοιτητές. Όσων αφορά στην σίτιση, το δικαίωμα σίτισης που παλιότερα κάλυπτε όλους τους φοιτητές, τώρα έχει μειωθεί σε ένα συγκεκριμένο «κλειστό» αριθμό, ο οποίος δεν συμπεριλαμβάνει όλους τους αιτούντες( αυτούς δηλαδή που πληρούν τα οικονομικά κριτήρια που μπαίνουν ) και ο οποίος είναι εκτός τόπου και χρόνου καθώς δεν σημαίνει πως οι φοιτητές που δεν ικανοποιούν τα συγκεκριμένα οικονομικά κριτήρια μπορούν και να επωμιστούν οι ίδιοι το κόστος της σίτισης τους. Στο κομμάτι της στέγασης παρά τον όλο και μεγαλύτερο αριθμό φοιτητών που πληρούν τα κριτήρια το κράτος δεν ανανεώνει τις εγκαταστάσεις, συνεχίζοντας να νοικίαζει χώρους δεξιά και αριστερά, ανοίγοντας ακόμα και το ενδεχόμενο επιβολής ενοικίου. Επιπλέον δεν εκμεταλλεύεται στο έπακρο και τους ήδη υπάρχοντες χώρους, κάτι που καταδεικνύει και ο αγώνας τον δικαιούχων φοιτητών στην Φ.Ε.Π.Α με την κατάληψη των 30 δωματίων στον 6ο όροφο του κτηρίου, τα οποία το πανεπιστήμιο χορηγούσε για φοιτητές με προγράμματα ERASMUS, φιλοξενίες και μέλη ΔΕΠ.


Β) Ανταποδοτικότητα. Πλέον μια σειρά από φοιτητικές παροχές θα εξαρτώνται από ανταποδοτικά κριτήρια. Σε αυτό άμεσο ρόλο έρχεται να παίξει ο θεσμός της αξιολόγησης (αναφερόμαστε παρακάτω) ο οποίος θα εξαρτά ποσά χρηματοδότησης των ιδρυμάτων πέραν της κρατικής από την επίτευξη στόχων. Πιο χαρακτηριστικό όμως παράδειγμα είναι τα λεγόμενα φοιτητοδάνεια (βλ. ΕΚ) τα οποία θα λαμβάνουν οι φοιτητές με όρους αποπλήρωσης μετά την ένταξή τους στην αγορά εργασίας (60% ανεργία στους νέους!) και τα οποία θα ισχύουν υπό προϋποθέσεις (καλής, συνεπούς και ταχύρυθμης φοίτησης κλπ) όπως γίνεται με τις μέχρι τώρα υποτροφίες.

 

Γ) Είσοδος ιδιωτικού τομέα στην κάλυψη λειτουργιών του πανεπιστημίου/ εργολαβίες. Το φαινόμενο αυτό δεν είναι καινούριο στα ελληνικά πανεπιστήμια αφού πολλές φορές κομμάτια της λειτουργίας του πανεπιστημίου όπως κυλικεία σίτιση, καθαρισμός, έχουν παραχωρηθεί από καιρό σε ιδιώτες με την μορφή των εργολαβιών. Παρόλα αυτά στην παρούσα συγκυρία και στο φόντο των μαζικών ιδιωτικοποιήσεων, το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται με πιο οξυμμένα χαρακτηριστικά. Ζήτημα, λοιπόν, ως προς αυτό δεν μπαίνει μόνο υπό το πρίσμα της μετακύλισης του κόστους σπουδών στους φοιτητές, αλλά σημασία έχει να δούμε το πώς η εντονότερη παρουσία του ιδιωτικού τομέα μέσα στα πανεπιστήμια μπορεί να αποτελέσει παράγοντα αυταρχικοποίησης εντός του πανεπιστημιακού χώρου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η όλη κουβέντα που έχει ανοίξει για την είσοδο ιδιωτικής εταιρίας σεκιούριτι στο ΕΚΠΑ, αλλά και το πώς η ύπαρξη 3 ιδιωτικών κυλικείων στην Φιλοσοφική λειτούργησε καθοριστικά στην καταστολή του εγχειρήματος του αυτοδιαχειριζόμενου κυλικείου εκεί. Στα καθ’ ημάς η εργολαβία στο κομμάτι της σίτισης δυσχεραίνει σε πολύ μεγάλο βαθμό την διεκδίκηση δωρεάν σίτισης για όλους τους φοιτητές καθώς στο βαθμό που διαμεσολαβεί το ιδιωτικό κέρδος ο εργολάβος δεν διστάζει ακόμα και να φωνάξει την αστυνομία, όπως και έγινε στην λέσχη σίτισης στην Λυκαβηττού.

 

Δύο ζητήματα για επεξεργασία.
1) Που κολλάνε σε όλα αυτά οι διαθεσιμότητες των διοικητικών υπαλλήλων; Στα πλαίσια του προγράμματος διαθεσιμότητας στον δημόσιο τομέα εκατοντάδες διοικητικοί υπάλληλοι του πανεπιστημίου εντάχθηκαν σε διαθεσιμότητα και απομακρύνθηκαν είτε μέσω της κινητικότητας σε άλλα πόστα (εκτός πανεπιστημίου) είτε με άμεση απόλυση. Η διοικητική απομείωση του ιδρύματος που έγινε στα πλαίσια της αξιολόγησης των δομών και του προσωπικού του ανοίγει την πόρτα μέσω της προφανούς υπολειτουργίας σε καταργήσεις και διοικητικές συγχωνεύσεις σχολών και τμημάτων (ένα σχέδιο Αθηνά 2) με αποτέλεσμα την συγχώνευση διαφορετικών προγραμμάτων σπουδών και την πλήρη ρευστοποίηση των επαγγελματικών δικαιωμάτων  των αντίστοιχων τίτλων σπουδών.

 

2) Που κολλάει σε όλα αυτά η αξιολόγηση; Η εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση των ιδρυμάτων εισήχθη με τον νόμο Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου. Θέτοντας ως κριτήρια την εφαρμογή των διατάξεων των νόμων του υπουργείου  κατατάσσει τα πανεπιστήμια σε ένα διεθνές ranking με βάση στην ουσία το πόσο αναδιαρθρωμένα είναι. Έτσι, ουσιαστικά λειτουργεί ως μοχλός εμπέδωσης όλων των παραπάνω πτυχών της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης επηρεάζοντας την περεταίρω χρηματοδότηση των ιδρυμάτων πέρα της κρατικής και λειτουργεί έτσι ως το κίνητρο για πολλές επιλογές για τα ίδια τα ιδρύματα είτε αυτές λέγονται χαμένο εξάμηνο (βλ. «διαφύλαξη κύρους σχολής»), είτε διαγραφές (το λιμνάζον δυναμικό αξιολογείται αρνητικά) , είτε σύναψη σύμβασης με ιδιωτική επιχείρηση.

 

Εν τέλει πως διαγράφεται η φιγούρα εκείνη του φοιτητή που θα αποτελέσει το νέο μοντέλο εργαζομένου στο οποίο κυβέρνηση, ΕΕ και ΔΝΤ προσβλέπουν για το όραμα της ανάπτυξης;


1)      Φοιτητής με πτυχίο χωρίς κατοχυρωμένα, ενιαία επαγγελματικά δικαιώματα, που θα συλλέγει πιστωτικές μονάδες για να διαμορφώσει έναν ατομικό φάκελο προσόντων

 

2)      Φοιτητής εντελώς εντατικοποιημένος, χωμένος μέσα στα βιβλία και τις παρακολουθήσεις, χωρίς καθόλου χρόνο για οποιαδήποτε άλλη κοινωνική, πολιτική ή πολιτιστική διεργασία, προσδεδεμένος γύρω από τη φιγούρα του καθηγητή, σε διαρκή ανταγωνισμό με τους συμφοιτητές του

 

3)      Φθηνός φοιτητής, φοιτητής χωρίς φοιτητικές παροχές που θα κοστίζει ελάχιστα στο κράτος, ή με φοιτητικές παροχές άμεσα εξαρτώμενες από την συμπεριφορά και τις επιδόσεις του με όρους ανταποδοτικότητας

 

Εν κατακλείδι, αν κάτι αποτελεί την καρδιά της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης τότε αυτό είναι ακριβώς ο μετασχηματισμός της φιγούρας του φοιτητή αλλά και της προσδοκίας του τόσο από τον εκπαιδευτικό μηχανισμό (προσδοκία για δημόσια δωρεάν εκπαίδευση με εργασιακή προοπτική) όσο και από την αγορά εργασίας (προσδοκία για σταθερή δουλειά με ενιαία επαγγελματικά δικαιώματα). Είναι αυτός ο μετασχηματισμός που μας προετοιμάζει να γίνουμε ο νέος εργαζόμενος του success story, αυτός που πιο ελαστικός, πιο ανασφάλιστος, πιο φτηνός και συνεχώς επανακαταρτιζόμενος θα βάλει εν τέλει πλάτες για την περιβόητη ανάπτυξη, τον «επαναπλουτισμό» δηλαδή του κοινωνικού και οικονομικού κατεστημένου που ευθύνεται για την κρίση και τη μαζική φτωχοποίηση των λαϊκών στρωμάτων τα τελευταία χρόνια. 

 

Το κράτος έχει, λοιπόν, αποδείξει πόσο μεθοδευμένα και συστηματικά απεργάζεται την καθολική καταστροφή και ισοπέδωση κάθε προσπάθειας αντίστασης, επιθυμώντας πειθήνια εργαλεία που θα εργάζονται για ψίχουλα και φυσικά δεν θα σηκώνουν κεφάλι. Απέναντι σε αυτό, εμείς οφείλουμε να θέσουμε τα αντιπροτάγματά μας, τον αγώνα μας για όσα μας στερούν, τον αγώνα μας για όσα έχουμε ήδη κατακτήσει και κυρίως την δίκαιη μάχη μας για δουλειά με δικαιώματα και συνολικά μια ζωή με αξιοπρέπεια. Άλλωστε το «δίκαιο» δεν μπορεί να οριστεί από όλους αυτούς που παίρνουν μέρος στην υποθήκευση του παρόντος και του μέλλοντος μας, είτε είναι Υπουργοί, είτε καθηγητές είτε τα ΜΜΕ, αλλά από εκείνους που διεκδικούν και αγωνίζονται.  

Όσο και αν οι κυβερνήσεις επιμένουν είτε με Εσωτερικούς Κανονισμούς, είτε με οποιεσδήποτε άλλες αλχημείες προστάζει η εκπαιδευτική αναδιάρθρωση, εμείς πρέπει να είμαστε εκεί έτοιμοι για να τους εμποδίσουμε και να τους αντιμετωπίσουμε. Ως φοιτητές, ως ανεξάρτητα αριστερά σχήματα αλλά κυρίως ως δυνατοί και μαχητικοί Φοιτητικοί Σύλλογοι με αγωνιστικές αποφάσεις των Γενικών τους Συνελεύσεων.

Το τίμημα του success story vol.1

 
Η ανάληψη της προεδρίας της ΕΕ από την Ελλάδα φέτος προβάλλεται σαν το επισφράγισμα της προσπάθειας του success story. Αν θέλουμε όμως να δούμε μια μικρογραφία της Ελλάδας του success story ή αλλιώς μια εικόνα από το μέλλον αυτή είναι ένα μικρό χωριό στη Χαλκιδική, οι Σκουριές, όπου η ανάπτυξη που υπόσχεται ο Σαμαράς αχνοφαίνεται πίσω από τα δακρυγόνα και τις δεκάδες διμοιρίες ΜΑΤ που επιβάλλουν με τη βία τα συμφέροντα μίας καναδικής πολυεθνικής σε βάρος του δικαιώματος των κατοίκων σε μία αξιοπρεπή ζωή. Το όραμα της ανάπτυξης είναι η μικρογραφία αυτή να γίνει η κυρίαρχη συνθήκη σε ολόκληρη την Ελλάδα. Δηλαδή, επενδύσεις πολυεθνικών και ντόπιων εταιρειών στηριγμένες στη συμπίεση των μισθών και την διάλυση των εργασιακών δικαιωμάτων.
Το όραμα αυτό στήνεται πάνω στην εξαθλίωση του ελληνικού λαού, η οποία μάλιστα πραγματοποιείται μέσα σε ένα κλίμα τρομοκρατίας φυσικής (ξύλο στις πορείες, δακρυγόνα), νομοθετικής (επιτάξεις απεργιών, τρομονόμοι) και ιδεολογικής (“ευρώ ή χάος”, “μαζί τα φάγαμε”). Εν τέλει επιχειρείται να δημιουργηθεί ένα σύνδρομο αυτοενοχοποίησης (εμείς φταίμε, εμείς πρέπει να υποστούμε και τις συνέπειες). Ποιος, όμως, φταίει πραγματικά;

Μέσα σε λιγότερο από μία δεκαετία το τρένο της ανάπτυξης που υποσχόταν ο Σημίτης εκτροχιάστηκε και το ευρώ από όνειρο μετατράπηκε σε εφιάλτη. Το ευρώ σηματοδότησε τη στροφή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, καθώς η βιομηχανία της Ελλάδας συνετρίβη στο διεθνή ανταγωνισμό από τις χώρες του Βορρά (Γαλλία, Γερμανία) και το ελληνικό κεφάλαιο στράφηκε στις τραπεζικές επενδύσεις. Επί της ουσίας όλη ανάπτυξη της δεκαετίας του 2000 στηρίχθηκε στο δημόσιο και ιδιωτικό δανεισμό, ο οποίος οδήγησε στη συσσώρευση ενός χρέους 360 δις, δηλαδή στο 120% του ΑΕΠ. Το ιλιγγιώδες αυτό χρέος δημιουργήθηκε, λοιπόν από την πολιτική επιλογή της ένταξης στο ευρώ αλλά και την “φιλευσπλαχνία” του ελληνικού κράτους απέναντι στις τράπεζες. Την ώρα που κόβονται μισθοί και συντάξεις οι τράπεζες διαρκώς ανακεφαλαιοποιούνται (έχουν λάβει 50 δις σε ζεστό χρήμα από το 2008 και 145 δις με τη μορφή εγγυήσεων). Όλα αυτά βέβαια σκόπιμα αποσιωπώνται από τα μίντια και τις μνημονιακές κυβερνήσεις που μας βομβαρδίζουν καθημερινά με την προπαγάνδα του τεμπέλη - φοροδιαφυγά - βολεμένου στο δημόσιο Έλληνα. Η μεγαλύτερη όμως φοροδιαφυγή που μάλιστα γίνεται με νομοθετική βούλα είναι η αυτή των τραπεζιτών, οι οποίοι για τα επόμενα χρόνια απολαμβάνουν πλήρους φοροαπαλλαγής και των εφοπλιστών που απολαμβάνουν φοροαπαλλαγές ύψους 9 δις το χρόνο. Οι επαγγελματίες της προπαγάνδας βέβαια (δημοσιογράφοι του mega), ενώ σφίγγουν τα χείλη για τα χαράτσια και τους πλειστηριασμούς λέγοντας μας, ότι δεν μπορεί να γίνει αλλιώς, δεν λένε λέξη στο κανάλι τους που τα τελευταία 5 χρόνια έχει πάρει δάνειο-δωράκι 98 εκατομμυρίων ευρώ, από το οποίο δεν έχει αποπληρώσει τίποτα! Τα παραπάνω αναδεικνύουν ότι το χρέος αυτό το δημιούργησαν οι λίγοι, για να φορτωθεί τελικά στις πλάτες των πολλών και συγκεκριμένα ενός ολόκληρου λαού.


Αυτό ακριβώς το χρέος των λίγων (τραπεζιτών/βιομηχάνων/εφοπλιστών) επικαλέστηκε ως αιτία το πολιτικό σύστημα για να φορτωθούμε στις πλάτες μας το μνημόνιο, το οποίο υποτίθεται θα μας έσωζε. Πώς, όμως, θα μας σώσει η μνημονιακή πολιτική όταν το χρέος τη στιγμή της ένταξής μας στο μνημόνιο βρισκόταν στο 120% του ΑΕΠ, τώρα βρίσκεται σχεδόν στο 170 % του ΑΕΠ, και σύμφωνα με τις πιο αισιόδιξες εκτιμήσεις το 2020 θα βρίσκεται στο 120% του ΑΕΠ; Για να είμαστε συγκεκριμένοι, το μνημόνιο διαιωνίζει το χρέος και δεν είναι τίποτα άλλο από το μοχλό εφαρμογής ενός πειράματος στη χώρα μας το οποίο και συνοψίζεται στο εξής τρίπτυχο: φτώχεια-ανεργία-κερδοφορία των μεγάλων επιχειρήσεων.
Τι εστί μνημόνιο;
Τέσσερα χρόνια μνημονίου έχουν επιφέρει τη ραγδαία φτωχοποίηση του ελληνικού λαού, την εκτίναξη της ανεργίας στο 30% (για τους νέους 60%), την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων (εκ περιτροπής εργασία, ευκολότερες απολύσεις, παγίωση του 4ωρου σαν κανονική εργασία), δημιουργώντας μία δεξαμενή εξαθλιωμένου εργατικού δυναμικού, το οποίο θα στελεχώσει το όραμα της ανάπτυξης.

Το νέο κεφάλαιο του μνημονίου γράφεται με χρυσά γράμματα: αθρόες ιδιωτικοποήσεις ή για για να είμαστε ακριβείς ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, διάλυση κοινωνικών παροχών όπως η υγεία και η παιδεία με πρόσφατα παραδείγματα το κλείσιμο του ΕΟΠΠΥ και την απομείωση του διοικητικού ιστού των πανεπιστημίων με τις μαζικές απολύσεις των διοικητικών υπαλλήλων. Το ελληνικό πείραμα είναι μονόδρομος για την παραμονή στην ευρωζώνη, καθώς η συντριπτική συρρίκνωση των μισθών αυξάνει την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας και την προσαρμόζει στα δεδομένα του διεθνούς ανταγωνισμού εντός ΕΕ.
Στο φόντο του μνημονίου σκιαγραφείται ένα νέο μοντέλο εργαζομένου. Ο νέος εργαζόμενος είναι χαμηλά αμοιβόμενος, ανασφάλιστος και ευέλικτος. Η έννοια της ευελιξίας είναι αποτέλεσμα της συρρίκνωσης των επαγγελματικών δικαιωμάτων και της αναπόφευκτης επανειδίκευσης του εργαζομένου προκειμένου να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα της αγοράς εργασίας. Όλα αυτά διαμορφώνουν μία εργασιακή ζούγκλα στην επιβιώνουν μόνο οι “άξιοι”. Το ιδεολόγημα της αξιοκρατίας επιβάλλει τον σκληρό ανταγωνισμό, την επανακατάρτιση, την εξειδίκευση και το ατέρμονο κυνήγι προσόντων προκειμένου να επιτευχθεί η ατομική διέξοδος από την κρίση. Από την άλλη η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων σηματοδοτεί το τέλος της συλλογικής διεκδίκησης και την εξατομίκευση των όρων εργασίας. Ο καθένας ατομικά διαπραγματεύεται με τον εκάστοτε εργοδότη, άρα και με πολύ χειρότερους όρους πρόσληψης ή διεκδίκησης οποιουδήποτε δικαιώματος. Η συλλογική διεκδίκηση υπονομεύεται, οι συλλογικές αντιστάσεις κάμπτονται και ο καθένας καλείται να τα βγάλει πέρα μόνος του στο περιβάλλον του μνημονίου. Τέλος, τα ίδια τα ποσοστά ανεργίας οδηγούν στο να αντιμετωπίζεται ο διπλανός μας συνάδελφος ή υποψήφιος προς πρόσληψη ως ανταγωνιστής κι “εχθρός” κάνοντας τους σημερινούς εργαζόμενους ή δυνάμει εργαζόμενους, προκειμένου να μην έρθουν αντιμέτωποι με τον εφιάλτη της ανεργίας, να υιοθετήσουν λογικές “ο θάνατός σου η ζωή μου” και να συναινέσουν σε μια χαμηλόμισθη, άνευ ασφάλισης και δικαιωμάτων έστω και πρόσκαιρη εργασία για να βγάλουν τα προς το ζην. Συνοψίζοντας, η νέα νοοτροπία που φέρνει η μνημονιακή εργασιακή συνθήκη είναι ο κοινωνικός κανιβαλισμός, δηλαδή η διαίρεση των εργαζομένων μεταξύ του ίδιου ή διαφορετικών κλάδων και άρα η εμπέδωση των συμφερόντων των εργοδοτών με βάση το δόγμα “διαίρει και βασίλευε”.


Στα καθ’ ημάς
Αυτό ακριβώς το μοτίβο έρχεται να επιβληθεί και στο δικό μας κλάδο μέσω του Νέου Κώδικα Δικηγόρων. Η έννοια του ελεύθερου επαγγέλματος στη δικηγορία καταργείται καθώς η δικηγορική ύλη συγκεντρώνεται στις μεγάλες δικηγορικές εταιρείες, οδηγώντας τα μικρά γραφεία σε οικονομική ασφυξία και τους νέους δικηγόρους να μισθωτοποιούνται, δουλεύοντας ως έμμισθοι συνεργάτες σε δικηγορικές εταιρείες. Η έννοια του έμμισθου συνεργάτη είναι μια έννοια παγίδα καθώς ενώ επί της ουσίας είναι μισθωτοί εργαζόμενοι, οι δικηγόροι νομικά θεωρούνται ελεύθεροι επαγγελματίες με αποτέλεσμα να καλύπτουν οι ίδιοι της ασφαλιστικές και φορολογικές τους εισφορές. Το άνοιγμα του επαγγέλματος θα επιτείνει αυτήν την κατάσταση, καθώς επιτρέπει σε δικηγορικές εταιρείες που έχουν γίνει καθεστώς κυρίως σε μεγάλες πόλεις να ανοίξουν παραρτήματα και σε επαρχιακές πόλεις, γεγονός που θα οδηγήσει τα μικρότερα γραφεία των επαρχιακών πόλεων σε οικονομική εξόντωση και στην ένταση της εκμετάλλευσης των νέων δικηγόρων. Την ίδια στιγμή προβλέπεται η μείωση του κατώτατου μισθού, ο οποίος ούτως ή άλλως είναι μόνο τυπικός καθώς πια φτάνει να αγγίζει στους νέους δικηγόρους τα 300 ακόμη και τα 200 ευρώ, ενώ στους ασκούμενους δεν υπάρχει πλέον κατοχυρωμένς κατώτατος μισθός. Τα ποσοστά ανεργίας οδηγούν και τους απόφοιτους νομικής στη μεγαλύτερη δυνατή συλλογή προσόντων για μια θέση στον ήλιο, κυνηγώντας βαθμούς και μεταπτυχιακά, ενώ για να περάσουν από το στάδιο της άσκησης στη δικηγορία πρέπει πια να εξεταστούν μέσα από πανελλήνιες, οι οποίες ντύνονται την ιδεολογία του “ας νικήσει ο καλύτερος” για να μπορέσουν να νομιμοποιηθούν. Τέλος, για να μην υπάρχει καμιά έστω κι υποτυπώδης συλλογική διεκδίκηση δυσχεραίνονται κι οι όροι διεξαγωγής γενικής συνέλευσης στο ΔΣΑ ενώ παράλληλα δίνονται υπερεξουσίες στο ΔΣ και ειδικά στον Πρόεδρο.

Παρακολουθώντας αυτό το ασφυκτικό πλέγμα που κυβέρνηση και ΕΕ έρχονται μέσω των μηχανισμών στήριξης και του μνημονίου να συγκροτήσουν και να παγιώσουν για όλους μας εμείς δε πρέπει να μείνουμε απλοί θεατές. Είναι πραγματικό στοίχημα για μας να μη δεχτούμε και να μην δηλώσουμε υποταγή στις πολιτικές και τα μέτρα που ΕΕ και συγκυβέρνηση θέλουν με τόσο πείσμα να μας επιβάλλουν για να μας κρατήσουν δέσμιους σε μια πολιτική που ασκείται ενάντια στα συμφέροντά μας. Δε θα γίνουμε εμείς η γενιά που θα πληρώσει το χρέος τους, ούτε η γενιά του ατομικού δρόμου και του κοινωνικού κανιβαλισμού. Θα παλέψουμε ενάντια στις πολιτικές που κλέβουν το μέλλον μας για αποδέσμευση απο τους μηχανισμούς στήριξης, για έξοδο από το ευρώ και για αποδέσμευση από την ΕΕ.


Γιατί αν γι’αυτούς μονόδρομος είναι η πάση θυσία παραμονή στη ΕΕ για τα συμφέροντα λίγων, για μας μονόδρομος είναι να ζήσουμε μια ζωή με αξιοπρέπεια.

ΝΕΑ ΑΦΙΣΑ ΡΑΠαΝ-ΣΑΦΝ [μάρτιος 2014]


Τρικάκι στην παρέμβασή μας στο κλιμάκιο της Διοικητικής Δικονομίας του καθηγητή κ. Λαζαράτου


Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

Φωτογραφίες από την συγκέντρωση που διοργάνωσαν τούρκοι πολιτικοί πρόσφυγες στα Εξάρχεια για τη δολοφονία του Τούρκου 15χρονου αγωνιστή Berkin Elvan






"Οι αιώνιοι φταίνε!" (και για το 60% της ανεργίας στους νέους άραγε;)

 
Έχουν περάσει μόλις λίγες ημέρες από όταν το Υπουργείο Παιδείας μας κοινοποίησε το τελεσίγραφο του: από Σεπτέμβρη, όσοι φοιτητές έχουν μπει στις σχολές τους πριν το 2006, ΔΙΑΓΡΑΦΟΝΤΑΙ. Για να δούμε και λίγο πιο «αριθμητικά» το ζήτημα, ο αριθμός των προς διαγραφή από τα ιδρύματα όλης της χώρας ανέρχεται περίπου στους 180.000 φοιτητές (σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ περίπου 70.000 ανήκουν σε ΤΕΙ).



Μάλιστα αν δει κανείς λίγο πιο προσεκτικά ένα συγκεκριμένο στατιστικό στοιχείο αντιλαμβάνεται σχεδόν αμέσως πόσο παράλογη –εκ μέρους του Υπουργείου- απαίτηση είναι η συγκεκριμένη: τέσσερις στους δέκα φοιτητές καθυστερούν σημαντικά ή έχουν εγκαταλείψει εντελώς τις σπουδές τους, οι μισοί καθυστερούν ελαφρώς ενώ μόλις ο ένας στους δέκα (!) καταφέρνει να πάρει έγκαιρα το πτυχίο του. Τι σημαίνει αυτό για τους «ιθύνοντες»; Μα φυσικά πως οι υπόλοιποι εννέα στους δέκα πρέπει να διαγραφούν γιατί αποτελούν «βάρος» για την εκπαιδευτική διαδικασία. Και η απαίτηση του Υπουργείου γίνεται ακόμη πιο παράλογη αν σκεφτεί κανείς την πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν οι περισσότεροι φοιτητές όσο η κρίση βαθαίνει: πάρα πολλοί εργάζονται προκειμένου να μπορέσουν να ανταποκριθούν οικονομικά στις υποχρεώσεις τους, άλλοι υποχρεώνονται να σπουδάζουν εξ’ αποστάσεως, καθώς δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να νοικιάσουν ένα σπίτι στην πόλη που βρίσκεται το Πανεπιστήμιο τους ενώ ακόμη κι αυτοί που θέλουν και μπορούν να είναι «ενεργοί» φοιτητές αναγκάζονται να πληρώνουν για τα συγγράμματά, τη σίτιση και τη στέγασή τους (τα δωμάτια στις εστίες είναι άλλωστε είδος …υπό εξαφάνιση). Σε αυτό το φόντο είναι μάλλον προκλητικό να διαγράφεις φοιτητές κι από αυτούς που δε διαγράφεις γιατί είχαν την τύχη να μπουν μετά το 2006 στις σχολές να ζητάς να είναι συνεπείς στο όριο φοίτησης όποιο κι αν είναι αυτό. Έτσι γίνεται ξεκάθαρο πως οι 180.000 διαγραφές ξεφεύγουν από το όριο της «αναμόρφωσης του Πανεπιστημίου» και δημιουργούν υποψίες για κάτι ευρύτερο.



Κυρίαρχο στοιχείο στην άρθρωση του κυβερνητικού λόγου για την υπεράσπιση των διαγραφών αποτελεί αφενός το επιχείρημα πως οι «αιώνιοι» φοιτητές αποτελούν επιβάρυνση για τον εκπαιδευτικό μηχανισμό σε οικονομικό επίπεδο (τρώνε δηλαδή χρήματα από τους προϋπολογισμούς των Πανεπιστημίων) και σε οργανωτικό ( δηλαδή «να μπει κάποια τάξη επιτέλους στα μητρώα των Πανεπιστημίων»). Αφετέρου κυριαρχεί η ρητορεία ότι οι «αιώνιοι» μένουν στο πανεπιστήμιο γιατί είναι τεμπέληδες και δεν θέλουν να βγουν στην αγορά εργασίας, κάτι που επιβαρύνει τον κοινωνικό και παραγωγικό ιστό της χώρας. Δεν βγαίνουν δηλαδή σε μια αγορά εργασίας με 60% στους νέους και συνθήκες εργασίας που υπαγορεύουν δουλειά με 400€, χωρίς εργασιακά δικαιώματα και πλήρως έκθετοι στην αυθαιρεσία και εκμετάλλευση του εργοδότη.



Είναι ξεκάθαρο, όμως, πως η στόχευση του Υπουργείου δεν είναι αυτή. Άλλωστε τα χρήματα που τρώει κάποιος που μπήκε πριν το 2006 είναι τα εξής: η κόλλα του χαρτιού που γράφει στην εξεταστική. Κατά τα άλλα, ούτε συγγράμματα χρειάζεται (τα έχει ήδη), ούτε φοιτητικές παροχές τύπου πάσο και κάρτα σίτισης δικαιούται (κόβονται μετά τα ν+2 χρόνια), θέση στο αμφιθέατρο δεν έχει αξιώσεις να πιάσει (γιατί η καινούρια μόδα επιτάσσει να καθόμαστε σε σκαλιά, παράθυρα, έδρες ακόμα κι όρθιοι…), ο καθηγητής εκεί είναι και θα διδάσκει είτε αυτός πάει είτε όχι, ομοίως κι οι καθαρίστριες (απλήρωτες βέβαια…), το ίδιο κι οι διαθέσιμοι διοικητικοί υπάλληλοι. Γιατί λοιπόν επιλέγεται ο Σεπτέμβρης για να γίνει μια τόσο επιθετική και πρωτόγνωρη κίνηση από πλευράς κυβέρνησης;



Ο στόχος, λοιπόν, είναι τριπλός:


α) εκκαθάριση ενός μεγαλύτερου ηλικιακά δυναμικού, το οποίο λόγω ακριβώς της παρουσίας του στο μεγαλειώδες κίνημα του 2006-07, στο Δεκέμβρη του 2008, στο κίνημα του 2011 για το ν. Διαμαντοπούλου, στις μεγάλες απεργίες, στο κίνημα για το σχέδιο Αθηνά και τους διοικητικούς έχει αναπαραστάσεις συλλογικού αγώνα και νίκης κι αποτελεί δυνάμει αποσταθεροποιητικό παράγοντα για τη νηνεμία που επικρατεί σήμερα στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης



β) ιδεολογική κατατρομοκράτηση και πειθάρχηση της επόμενης γενιάς, η οποία υπό το πρίσμα της διαγραφής θα επιστρέψει στα αμφιθέατρα για να πάρει το πτυχίο όσο πιο γρήγορα γίνεται και



γ) η παγίωση για τα μικρότερα έτη της λογικής της διαγραφής σε περίπτωση παρέκκλισης από την πειθάρχηση που επιτάσσει το «σύγχρονο Πανεπιστήμιο». Ασφαλώς όμως αυτό που αφορά πρωτίστως το Υπουργείο είναι οι διαγραφές να λειτουργήσουν ως «δαμόκλειος σπάθη» πάνω από τα κεφάλια των φοιτητών (ιδίως των πιο μικρών ετών) και να τους εθίσουν σε ένα πανεπιστήμιο με νέο πλαίσιο κι ύφος, με πιο οξυμένα δηλαδή τα πειθαρχικά χαρακτηριστικά.



Το Υπουργείο, λοιπόν, πιστό στην παραδοσιακή πρακτική του στοχοποιεί τους «αιώνιους» οι οποίοι πρέπει να διαγραφούν, για να νομιμοποιήσει τη διαδικασία των διαγραφών που θα αφορούν πλέον όλους. Αυτή η κατεύθυνση δεν είναι ξεκομμένη προφανώς από τους εσωτερικού κανονισμούς, που φέρνουν ΑΥΤΟΔΙΚΑΙΗ διαγραφή στα ν+2 χρόνια, αλλά και ΑΥΤΟΔΙΚΑΙΗ διαγραφή αν δεν περάσει κάποιος 3 φορές ένα μάθημα και αν αποτύχει άλλες 3 σε εξέταση από τριμελή επιτροπή καθηγητών. Επομένως, οι διαγραφές είναι το πρώτο βήμα στην υλοποίηση μιας ακόμη προσπάθειας εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης μέσω των ΠΕΚ, που θέλουν να περάσουν με κάθε τρόπο Υπουργείο-Συμβούλιο Ιδρύματος-καθηγητές-ΔΑΠ και φέρνουν τη διάσπαση των πτυχίων μέσω της αλλαγής του προγράμματος σπουδών, άρα ρευστοποίηση των επαγγελματικών μας δικαιωμάτων, τις πιστωτικές μονάδες (60 ανά έτος και αν δεν τις μαζέψεις σε περιμένει ΑΥΤΟΔΙΚΑΙΗ διαγραφή), τις αλυσίδες μαθημάτων κλπ.



Σε αυτή την κατεύθυνση, οι Οργανισμοί και οι νέοι Εσωτερικοί Κανονισμοί αποτελούν το δούρειο ίππο της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης εντός των πανεπιστημίων. Όλοι εμείς από την άλλη αποτελούμε τη δύναμη εκείνη που μπορεί μέσα από τις Γενικές Συνελεύσεις και τους Φοιτητικούς Συλλόγους να ανατρέψει τα σχέδια του κάθε υπουργείου. Έτσι, η άφιξη των Οργανισμών και των ΕΚ οφείλουν να είναι casus belli για το φοιτητικό κίνημα σε μια περίοδο μάλιστα που όλοι το απαξιώνουν και το λοιδορούν. Στο χέρι μας είναι να κλείσουμε την πόρτα των Ιδρυμάτων μας στις στοχεύσεις τους όπως τόσες φορές οι φοιτητές έχουν κάνει.



Αν, λοιπόν, αυτοί θέλουν να μας διαγράψουν και να μας πετάξουν στο δρόμο επειδή τους χαλάμε την «αισθητική», επειδή περισσεύουμε, επειδή «εμείς φταίμε για την κρίση τους», αυτό που θέλουμε εμείς είναι μια ζωή με δουλειά κι αξιοπρέπεια. Και είμαστε έτοιμοι να τη διεκδικήσουμε διαταράσσοντας κάθε κλίμα ομαλότητας μέσα στο πανεπιστήμιο με την πρώτη υποψία διαγραφής συμφοιτητή μας.
 


Ούτε ν+2, ούτε 2ν, κανένας φοιτητής δεν θα διαγραφεί!
Δεν θα επιτρέψουμε να διαγραφεί ούτε ένας φοιτητής!
Δεν θα επιτρέψουμε οι 180.000 διαγραφές να είναι η αρχή για την διαγραφή του παρόντος και του μέλλοντός μας!



Παρασκευή 7 Μαρτίου 2014

ENTER THE EUDOXUS [εξεταστική σε 3,5 βδομάδες... συγγράμματα πότε;]



Ο Μάρτης έφτασε, όπου να ναι φτάνει κι η εξεταστική, αλλά το ερώτημα παραμένει, η απάντηση εκκρεμεί, συγγράμματα θα πάρουμε; Αφ’ ότου πάρθηκε μετά από πίεση του φοιτητικού συλλόγου απόφαση από το τμήμα για εμβόλιμη εξεταστική τον Απρίλη, δόθηκε η δυνατότητα στους επί πτυχίω να δώσουν τα χρωστούμενα (μέχρι και 20 μαθήματα) και στους φοιτητές των λοιπών ετών όσα χειμερινού εξαμήνου χρωστάνε καθώς και από όσα έχει ολοκληρωθεί μέχρι τότε η διδασκαλία (π.χ. για το 1ο έτος θα έχει ολοκληρωθεί η διδασκαλία συνταγματικού και αστικού δικαίου).


Για να δοθεί, όμως, με ομαλό και φυσιολογικό τρόπο η εξεταστική πρέπει να δοθούν και τα απαιτούμενα συγγράμματα, όμως οι δηλώσεις στον Εύδοξο δεν έχουν γίνει ακόμα καθώς το σύστημα ηλεκτρονικής δήλωσης συγγραμμάτων δεν έχει ανοίξει καν! Ας τα πάρουμε με τη σειρά…


Μετά από το τρίμηνο και ηρωικό αγώνα των διοικητικών υπαλλήλων για την υπεράσπιση επί της ουσίας της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης και του μπλοκαρίσματος, μέσα από τις κινητοποιήσεις τους ενάντια στις απολύσεις, του πρώτου βήματος για την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση, η σχολή μας άνοιξε όχι και τόσο αισίως. Και λέμε όχι και τόσο αισίως γιατί ακριβώς με το που άνοιξε η σχολή πάρθηκε η πραξικοπηματική απόφαση από το πρόεδρο της σχολής να χαθεί το εξάμηνο. Κι εδώ ας σταθούμε λίγο, γιατί δε πρόκειται για μια απόφαση που «διασφαλίζει την ακαδημαϊκότητα της σχολής», ειδικά από τη στιγμή που το 4ο έτος θα κάνει όλα τα μαθήματα (αλλά μόνο αυτό το έτος).


Πρόκειται για μια απόφαση εκδικητικού χαρακτήρα που κινείται στην κατεύθυνση του «κάθε αγώνας θα έχει και την ποινή του». Δηλαδή, υπάρχει στόχευση όχι μόνο να δοθεί μια τιμωρητική απάντηση σε ένα φοιτητικό σύλλογο που αγωνίστηκε υπέρ των συμφερόντων του, αλλά και να εμπεδωθεί από όλους μας ότι από δω και πέρα η κάθε αγωνιστική κινητοποίηση θα χρίζει και κάποιας «θυσίας», και άρα να το σκεφτούμε δύο και τρεις φορές πριν προβούμε σε νέες κινηματικές αντιστάσεις.


Αυτό το χάσιμο του εξαμήνου υπάγεται σε μια σειρά τραγελαφικών γεγονότων που έλαβαν χώρα το αμέσως επόμενο διάστημα στη σχολή μας. Σε αυτά περιλαμβάνονται διάφορες δυσλειτουργίες ως απόρροια και των διαθεσιμοτήτων των διοικητικών υπαλλήλων απ’ την τρόικα και την κυβέρνηση, αλλά και το ότι για παράδειγμα δηλώθηκαν συγγράμματα χειμερινού εξαμήνου και ζητήθηκε από τον πρόεδρο να επιστραφούν υπό τη δέσμευση ότι θα γίνει ειδική δήλωση για όλα τα μαθήματα που θα διδάσκονταν από δω και στο εξής. Αλλά μάλλον παρέλειψε να μας πει το πότε, ή να ασχοληθεί περαιτέρω με το εν λόγω ζήτημα (Και ποιος τον κατηγορεί άλλωστε; Τι είναι; Ένας απλός πρόεδρος σχολής!).


Αποτέλεσμα αυτού είναι να έχουμε φτάσει ένα μήνα πριν την εξεταστική και συγγράμματα ούτε για δείγμα. Ως εκ τούτου, οι αίθουσες είναι φίσκα και δεν έχει οριακά ούτε να καθίσεις, οι φοιτητές τρέχουν με τη γλώσσα έξω από παρακολούθηση σε παρακολούθηση γιατί δε ξέρουν και από πού αλλού να βρουν την ύλη στην οποία σε λίγο θα εξεταστούν και υπάρχουν και μερικοί τυχεροί που έχουν φίλους σε μεγαλύτερα έτη και τους προμηθεύουν κανένα σύγγραμμα. Παράλληλα, ακόμη δεν έχει βγει πρόγραμμα εξεταστικής για να ξέρουμε από πού να αρχίσουμε και πού να τελειώσουμε. Πρόκειται για μία κατάληξη στην οποία ευθύνη έχει ο πρόεδρος της σχολής και το τμήμα, καθώς ουσιαστικά τα συγγράμματα των μαθημάτων της εμβόλιμης εξεταστικής θα δηλωθούν στο άνοιγμα του ευδόξου για τις εαρινές δηλώσεις.


Πρόκειται, μάλλον για μια κατάσταση που εν τέλει εξυπηρετεί τα σχέδιά τους. Γιατί όταν δίνεται αφενός στίγμα ποινικοποίησης των αγώνων και τρομοκρατίας με το χαμένο εξάμηνο και αφετέρου συγκροτείται ένα ασφυκτικό πλέγμα παρακολουθήσεων λόγω και της έλλειψης συγγραμμάτων, τελικά με πολύ πιο άμεσο τρόπο στρέφουν τους φοιτητές στα αμφιθέατρα και στον ατομικό δρόμο. Ουσιαστικά, τόσο το χαμένο εξάμηνο, όσο και η επιστροφή στα αμφιθέατρα που πραγματοποιείται κινούνται στην ίδια κατεύθυνση, αυτή της παθητικότητας και της μη ενεργής αντίδρασης σε ό, τι συντελείται στο πανεπιστήμιο και σε ό, τι θα πάει να συντελεστεί στο άμεσο μέλλον. Και δεν είναι άλλα από τα σχέδια του υπουργείου και της ΕΕ που κι ο δικός μας πρόεδρος πολλές φορές έχει εξάρει, «σχέδιο Αθηνά» και πρότυποι εσωτερικοί κανονισμοί.


Ούτως ή άλλως, τα εν λόγω νομοθετήματα για την ανώτατη εκπαίδευση θα έρθουν να μας πάρουν από το χέρι όλα τα δωρεάν μέχρι τώρα συγγράμματα όπως έχει αρχίσει να γίνεται ήδη από πέρσι με την περικοπή των κωδίκων και τη διανομή μόνο ενός τόμου ακόμη και σε μαθήματα που περιλαμβάνονται περισσότεροι. Κι αυτό στα πλαίσια περικοπής εν γένει των φοιτητικών παροχών και μετακύλισης του κόστους φοίτησης στις πλάτες μας.


Όμως, εμείς ως φοιτητικός σύλλογος μέσα από τους συλλογικούς μας αγώνες και τις συλλογικές μας διαδικασίες, έχοντας κατοχυρώσει ότι θα παίρνουμε τα συγγράμματά μας, ότι θα μπορούμε να αγωνιζόμαστε χωρίς κανένα βραχνά χαμένου εξαμήνου και τιμωρητικών λογικών απέναντι στις κινητοποιήσεις μας, ότι θα γίνει εξεταστική για όλους τον Απρίλη, οφείλουμε να εξασφαλίσουμε και τους όρους με τους οποίους αυτή θα διεξαχθεί.

Νόμος και Τάξη: ή αλλιώς περί κρατικού αυταρχισμού ο λόγος

 
Γενική παραδοχή μπορεί να αποτελέσει το γεγονός ότι συντεταγμένη επιλογή των κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια αποτελεί η πολιτική του εντεινόμενου κρατικού αυταρχισμού. Και εντός του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού είναι πολλά τα παραδείγματα που επιβεβαιώνουν την υιοθέτηση αυτής της πολιτικής από πλευράς κυβέρνησης, ιδιαίτερα στο φόντο της οικονομικής κρίσης που ξέσπασε το 2009. Αξίζει, όμως να δει κανείς ποιοι είναι οι λόγοι που ωθούν τις εκάστοτε κυβερνήσεις να πάρουν αυτή την επιλογή, γιατί το ελληνικό κράτος θωρακίζεται αυταρχικά (και ιδίως την περίοδο αυτή) και πώς υλοποιείται η πολιτική του αυταρχισμού.


Κρατικός αυταρχισμός: 

αυτοσκοπός ή μέσο;


Βασική παραδοχή και παρατήρηση που οφείλουμε να κάνουμε πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι πως ο αυταρχισμός δεν αποτέλεσε και δεν αποτελεί αυτοσκοπό υπό την έννοια του εξ ορισμού αυταρχικού κράτους. Αντιθέτως, είναι μια πολιτική, ένα μέσο προς επιτέλεση ενός άλλου σκοπού, του σκοπού κάθε κράτους να διατηρήσει και να αναπαράγει ένα πολιτικοϊδεολογικό και, κυρίαρχα, οικονομικό κατεστημένο (στην περίπτωσή μας της ελεύθερης αγοράς και της συσσώρευσης κεφαλαίων). Αυτό, άλλωστε, αποδεικνύεται από το γεγονός πως ένα προηγούμενο διάστημα, από τη μεταπολίτευση και μετά ακολουθούνταν η τακτική της σύναψης κοινωνικού συμβολαίου, μια τακτική παραχωρήσεων προς τα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα.


Η υιοθέτηση της πολιτικής του αυταρχισμού από τις ελληνικές κυβερνήσεις

Με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης που διανύουμε από το 2009 το «κοινωνικό συμβόλαιο» έχει διαρρηχθεί και έχει αντικατασταθεί από μία εντεινόμενη αναίρεση δικαιωμάτων και παραχωρήσεων και μια όλο και πιο αυταρχική θωράκιση. Αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο, αφού το ξέσπασμα της κρίσης ακολούθησε και η αποσταθεροποίηση του πολιτικού σκηνικού, η οποία διαφαίνεται τόσο από την κατάρρευση του δικομματισμού, όσο και από τις βεβιασμένες κινήσεις από πλευράς κυβέρνησης προς υπέρβαση της κρίσης (π.χ. ιδιωτικοποιήσεις, ρευστοποίηση των επαγγελματικών δικαιωμάτων, ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας). Όλη αυτή η κατάσταση με την αναίρεση των συμβιβασμών, των δικαιωμάτων, των κατακτήσεων έχει οδηγήσει σε μία κρίση πολιτικής εκπροσώπησης, εφόσον τα κατώτερα και μεσαία στρώματα, τα οποία ένα προηγούμενο διάστημα κυρίαρχα, αλλά και τώρα κάπως ασθματικά βγαίνουν δυναμικά στο προσκήνιο, έχουν χάσει πλέον την «εμπιστοσύνη» τους προς τα παραδοσιακά αστικά κόμματα (ΠΑΣΟΚ,ΝΔ). Και η κυβέρνηση, για να υπερβεί αυτή την κρίση και να φανεί εγγυητής της ομαλότητας –ιδιαίτερα τώρα ενόψει Ευρωεκλογών!- απαντάει με τι άλλο; Με αυταρχισμό! Αφού δε μπορεί να εγγυηθεί την ομαλότητα με το καρότο, θα την εγγυηθεί με το μαστίγιο!


Τι σημαίνει «αυταρχική θωράκιση του κράτους»;

Όταν μιλάμε για αυταρχική θωράκιση του κράτους, ουσιαστικά αναφερόμαστε στην όλο και πιο σκληρή και αυταρχική μεταβολή των ίδιων των μηχανισμών του, τόσο των κατασταλτικών, όσο και των ιδεολογικών. (Βέβαια, ιδιαίτερη μνεία στο σημείο αυτό, και ιδιαίτερα στη συγκυρία, αξίζει να γίνει και στη σκλήρυνση του θεσμικού και νομικού πλαισίου!) Έτσι, η αυταρχικοποίηση παίρνει διάφορες μορφές, είτε υπό το μανδύα της φυσικής καταστολής και της αστυνομικής βίας, είτε αυτόν της ιδεολογικής τρομοκρατίας.


«Αστυνομική βία - Φυσική καταστολή»

Ιδιαίτερα μετά το Δεκέμβρη του ’08 καθένας μπορεί εύκολα να παρατηρήσει την ποσοτική αλλά και ποιοτική μεταβολή των κατασταλτικών δυνάμεων, τόσο σε επίπεδο υλικοτεχνικής υποδομής (ποσότητα χημικών, «Αύρες» και κιγκλιδώματα που «περιφρουρούν» πορείες και διαδηλώσεις), όσο και σε επίπεδο επιχειρησιακό (επεμβάσεις σε κάθε μορφής αντίσταση [π.χ. καταλήψεις], αυξημένο αριθμό προσαγωγών και συλλήψεων αγωνιστών, διαπόμπευσή τους στα δελτία των 8 και βασανιστήρια στη ΓΑΔΑ). Και για να τα εξετάσει κανείς πιο συγκεκριμένα, δεν έχει παρά να κάνει μια μικρή αναδρομή στις εφόδους της αστυνομίας σε καταλήψεις, όπως αυτή της Villa Amalia, στο ‘Ασυλο της ΑΣΟΕΕ, στα περιστατικά στις Σκουριές της Χαλκιδικής, στις αθρόες συλλήψεις στις πορείες του προηγούμενου διαστήματος, όπως τη σύλληψη του Π. Αντωνόπουλου στην απαγορευμένη πορεία κατά της ΕΕ, τον ξυλοδαρμό και τη σύλληψη αντιφασιστών στο Μοναστηράκι.



Ιδεολογική τρομοκρατία


Αν κάτι έχει βαρύνουσα σημασία στην καθυπόταξη του αγωνιζόμενου λαού και την κατάπνιξη των αγώνων, και σίγουρα είναι πιο αποτελεσματικό ακόμη και από την αναβαθμισμένη δράση των κατασταλτικών μηχανισμών, είναι το ιδεολογικό στοιχείο. Αυτού του είδους η τρομοκρατία μπορεί να γίνει αντιληπτή, τόσο μέσω της κυβερνητικής και εργοδοτικής τρομοκρατίας προς όποιο κλάδο εργαζομένων απεργεί, όσο και από το ρόλο που διαδραματίζουν τα ΜΜΕ, που ως ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους, διαχέουν τον όλο και πιο ακροδεξιό κυβερνητικό λόγο, προς εμπέδωση της απάθειας, και, φυσικά, υπονομεύουν κάθε λαϊκό αγώνα, ρίχνοντάς τον «στην αρένα του κοινωνικού αυτοματισμού», στρέφοντας, δηλαδή, τα υπόλοιπα κομμάτια της κοινωνίας εναντίον του.


Δεσπόζουσα θέση, βέβαια, κατέχει και το ιδεολόγημα του «νόμου και της τάξης». Με αυτή τη σταθερά, λοιπόν, ως αντικειμενικό και ορθολογικό παράγοντα, λαμβάνονται οι επιλογές από πλευράς κυβέρνησης για λήψη μέτρων με σκοπό το τσάκισμα των λαϊκών αγώνων. Με «φάρο», δηλαδή, τη νομιμότητα, η κυβέρνηση νομιμοποιεί στα μάτια του κόσμου την αναβαθμισμένη και βίαιη καταστολή και παρουσιάζεται ως εγγυητής της ομαλότητας και της σταθερότητας.



ΦΑΚΕΛΟΣ: Χρυσή Αυγή

και «θεωρία των δύο άκρων»



Στο σημείο αυτό, έρχεται με εξαιρετική αρμονία να «κουμπώσει» και το «κεφάλαιο Χρυσή Αυγή». Άλλωστε, δεν ήταν κάτι που έπεσε από τον ουρανό, όπως μάταια διέδιδαν οι τότε ξαφνιασμένοι δημοσιογράφοι. Αντίθετα, είναι ένα φαινόμενο που τροφοδοτήθηκε από την ακροδεξιά κυβερνητική ρητορεία και πρακτική, με στόχο, βέβαια, να την τροφοδοτήσει εκ νέου. Και για να εξηγούμαστε: Η κυβέρνηση Σαμαρά, στην προσπάθεια εμπέδωσης της κυβερνητικής πολιτικής, ενσωμάτωσε στη ρητορεία και την πρακτική της ακροδεξιά ιδεολογήματα, όπως αυτά του ρατσισμού, του σεξισμού, του αντικομμουνισμού (με στρατόπεδα στην Αμυγδαλέζα, διαπόμπευση οροθετικών ιερόδουλων, στοχοποίηση αγωνιστών). Αυτά τα ιδεολογήματα ήταν που νομιμοποίησαν τη δράση της ΧΑ (ξυλοδαρμοί μεταναστών, ρατσιστικά συσσίτια, επιθέσεις και δολοφονίες αγωνιστών).



Και αν ένα προηγούμενο διάστημα κυβέρνηση και ΧΑ ήταν -και είναι!- «συγκοινωνούντα δοχεία», μετά τη δολοφονία του αγωνιστή Π. Φύσσα, ο Σαμαράς γίνεται ξαφνικά αντιφασίστας! Ποια, όμως, «αγαθά κίνητρα» κρύβονται πίσω από αυτό το δήθεν αντιφασισμό; Παρότι, λοιπόν, η κυβέρνηση χρειάζεται τη ΧΑ για να διαχέει την ακροδεξιά ιδεολογία και να λειτουργεί ως μοχλός τρομοκράτησης των κινητοποιούμενων κομματιών λαού και νεολαίας, δε θέλει μια ΧΑ που να της κλέβει το μονοπώλιο της κρατικής βίας, υποκαθιστώντας τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, αναπτύσσοντας αυτόνομη δράση και αποσταθεροποιώντας κατ’ επέκταση το κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Αυτή, ακριβώς, η αυτοτέλεια της ΧΑ είναι που έκανε τη ΝΔ να «σηκώσει το γάντι» των συλλήψεων των νεοναζιστών, για να εγκολπώσει το «χαμένο» ακροδεξιό της ακροατήριο και να γίνει και πάλι εγγυητής της σταθερότητας και της νομιμότητας, στο βωμό της απρόσκοπτης εφαρμογής της μνημονιακής πολιτικής. (Και όταν βλέπουμε την ποινική διαδικασία να «τρέχει με ταχύτητες φωτός» για τους νεοναζί Βουλευτές, πρέπει να έχουμε πάντα στο μυαλό μας πόσο κοντά είναι οι Ευρωεκλογές!)



Δεύτερο και ίσως πιο ενδιαφέρον στοιχείο που πρέπει να εξεταστεί είναι πώς ακριβώς αυτός ο δήθεν κυβερνητικός αντιφασισμός έρχεται για να κάμψει οποιαδήποτε αντίσταση στην εμπέδωση αυτής της πολιτικής από πλευράς λαϊκού κινήματος. Η ΧΑ δε στοχοποιήθηκε πολιτικά για τη φασιστική ρητορεία και πρακτική που αναπτύσσει, αλλά με πρόφαση την εκτεταμένη από πλευράς της χρήση βίας, ως εγκληματική οργάνωση. Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, σε συνδυασμό με την «καταδίκη της βίας από όπου κι αν προέρχεται» ταυτίζονται οι ριζοσπαστικές πρακτικές του λαϊκού κινήματος με τη βία των νεοναζιστών. Έτσι, όπως αυτό το διάστημα βλέπαμε τις χειροπέδες στα χέρια των νεοναζί, έτσι και το αμέσως επόμενο διάστημα (ακόμη και τώρα) θα βλέπουμε λογική τη στοχοποίηση και τις συλλήψεις αγωνιστών, το χτύπημα των κινητοποιήσεων και των διαδηλώσεων. Είναι, λοιπόν, η υλική αποκρυστάλλωση της ανιστόρητης «θεωρίας των δύο άκρων», βάσει της οποίας, όποιος κατά την κυβέρνηση δε βρίσκεται εντός του «συνταγματικού τόξου», είναι «άκρο» και πρέπει, ανεξαρτήτως ιδεολογίας να περιθωριοποιείται (αποϊδεολογικοποίηση της βίας).


Ωστόσο, εδώ, ας σημειώσουμε κάτι! Καμία νομική λύση δε θα ‘ναι πανάκεια στο φαινόμενο του φασισμού! Όσο τα ιδεολογήματά της θα διαχέονται τέτοια μορφώματα θα συνεχίσουν να υπάρχουν, αλλάζοντας απλώς ονόματα («Εθνική Αυγή», δηλώσεις Κασσιδιάρη). Η απάντηση μόνο μέσα από μαζικές και ριζοσπαστικές πρακτικές του λαϊκού κινήματος μπορεί να δοθεί, όπως έγινε στο ΔΣΘ με την απαγόρευση της καθόδου στις εκλογές μιας εθνικιστικής παράταξης!



Ειδικό ζήτημα - θεσμική και νομική σκλήρυνση


Η αυταρχική σκλήρυνση δεν αφήνει και αυτό το επίπεδο ανέπαφο! Η αναγωγή της νομιμότητας σε δόγμα ακολουθείται από τη σκλήρυνση του νομικού πλαισίου, κάτι που γινόταν αντιληπτό τόσο από τις συνεχόμενες παραβιάσεις του Συντάγματος με την ψήφιση αντισυνταγματικών νόμων (π.χ. μνημόνια) αλλά και την επιβολή μέτρων με ΠΝΠ, καθώς και με την ψήφιση των λεγόμενων «τρομονόμων», την ποινικοποίηση της «κουκούλας», τις παράνομες επιτάξεις απεργιών και, φυσικά, τη θεσμική κατάργηση του Ασύλου. Ως επιστέγασμα αυτών και μια ακόμη απόδειξη πως ο νόμος έρχεται στα μέτρα του κράτους και λειτουργεί ως μοχλός εμπέδωσης της συνολικής αυταρχικής πολιτικής έρχεται και η τελευταία τροποποίηση στην Ποινική Δικονομία, όπου στερείται το δικαίωμα στον κατηγορούμενο της πρόσβασης στη δικογραφία, αν κριθεί πως παραβιάζεται το «δημόσιο συμφέρον» και η «εθνική ασφάλεια». (Υπόθεση αναρχικού Τ. Θεοφίλου, καταδίκη σε 25ετή κάθειρξη χωρίς ουσιαστικά αποδεικτικά στοιχεία!).


Πώς απαντάμε;


Είναι προφανές πως απέναντι σε κάθε φωνή αμφισβήτησης και αντίστασης ορθώνεται ένα τείχος, σταθερό και έξυπνα χτισμένο!

Και η κατεδάφιση είναι δική μας ευθύνη!


Και μπορεί να υλοποιηθεί μόνο με την ανάληψη συγκεκριμένων μετωπικών πρωτοβουλιών από αριστερές πολιτικές δυνάμεις και ανένταχτους αγωνιστές σε αντιαυταρχική, αντικατασταλτική κατεύθυνση. Μια μετωπική κίνηση που θα εξειδικεύεται σε κάθε κοινωνικό χώρο, βάζοντας μπροστά την υπεράσπιση των πρακτικών του λαϊκού κινήματος, έχοντας ως πρόταγμα τα κεκτημένα δημοκρατικά δικαιώματα και αμφισβητώντας το μονοπώλιο της κρατικής βίας όποια μορφή κι αν αυτή παίρνει!